Πέμπτη 5 Οκτωβρίου 2017

« Δάκρυα Στροφές »

« Δάκρυα Στροφές »

Για το Ζεϊμπέκικο που μου χρωστάς
μου έλεγες
κι είδα τα μάτια σου θολά
που έκλαιγες •
πήρα τα δάκρυα στα χέρια μου
στροφές,
αυτά που μου χρωστούσες είπες
απ το χθές •
***
ένα τσιγάρο μοναξιάς στα χείλη
έσερνες,
χωρίς να ρίχνεις στάχτες
σε επιστροφές •
τα δάχτυλα που το κρατούσαν
έκαιγες,
μη ξεστρατίσουνε σε λάγνες
αγκαλιές •
***
ήπια τα δάκρυα στις χούφτες μου
στροφές
κι ήρθαν και λύγισαν τα γόνατα
προσκυνητές,
της ζεϊμπεκιάς σου να κεράσουν
τις φωνές,
σ εκείνες τις λεβέντικες μοναχικές
στιγμές •
***
για να θυμάσαι σε πανσέληνες
βραδιές,
πούχες μια γιασεμιά ψυχή ~ κορμί
να θές •
σε σμαραγδένιες θάλασσες ηδονικά
δύο σκιές,
πώς πάλευαν στο σύμπαν να βρεθούν
αληθινές .
      Σοφία Σίβυλλα   🌏°°°ΣΣ°°°🌏
                    16-8-20016

 Φωτογραφία
Μια γράφή μου του έτους 1979, μόλις είχα εισέλθει στα 16!
 Είχε λάβει μέρος στον Πανελλήνιο μαθητικό διαγωνισμό αλλά δεν είχε καμμία τύχη  διάκρισης!
Για αυτό δείτε την και εσείς με επιείκεια!!!
Το κάνω Για μένα γιατί την αγαπώ ,όπως και όλες τις γραφές μου!

    "Γ Α Λ Η Ν Η"

Γαλήνη του άδικου κόσμου, Γαλήνη!
που νάχεις φωλιάσει των μύρων του κάμπου Γαλήνη!
Έλα φωνάζουμε,κράζουμε πονούμε,πού είσαι;
Γιατί στης αβύσσου το χάος πλανιέσαι δειλή;

Άγκυρα έριξες μήπως σε βάθη ασίγαστης θάλασσας;
Λουλούδι εφυτρωσες σ ' απόμερη κάμπου γωνιά;
Σύννεφο έγινες μήπως μιας ανοιξιάτικης νυχτιάς για να
Πλανιέσαι αιώνια;
Σταλαγματιά καταιγίδας τρελής που δεν εφασε ακόμα;

Ίσως σε βρω κάποια μέρα της ψυχής μου Γαλήνη!
Σε λουλούδι του κάμπου,που ευωδιά πλημμυρίζει,
σε κοχύλι αμμουδιάς που στον ήλιο γιαλίζει;
Ισως σε βρω κι όρκο σου κάνω βαρύ!
να κλειστώ στην αγκαλιά σου,Πεταλούδα Αγνή!

"Σοφία" Ιανουάριος 1979
" Σοφία Σίβυλλα🌍°°°ΣΣ°°°🌍5-10-2017"

Το τανγκό της Σελήνης

Το τανγκό της Σελήνης

Διαμελισμένο φεγγάρι οι κόρες των ματιών σου
μεθοκοπούσαν χορεύοντας αργεντίνικο τανγκό
λικνίζοντας αισθήσεις τους πάνω στο Μαλιακό

Πελάγωνε ο νους μου στ αργόσυρτα τινάγματα
των γοφών σου κόρη της ζεστής φεγγαρόπετρας •
μ αναπνοής ρυθμούς οι βρυχηθμοί μου σταλάγματα

έλουζαν τις κόγχες του λαιμού σου που έλαμπε
καθώς χαϊδευαν ηδονικά τον αντικατοπτρισμό
ειδώλων σου, που μοίραζες χωρίς προορισμό

στα ρίκια π αργόπιναν έρωτα της λατρείας
σαν ξάπλωνε η Χιόνη στο πλάϊ του Απόλλωνα
κι έσταζε πάνω τους,αίμα της παρθενίας

από τα βέλη θεάς,υπερμάχου της αγνείας ομορφιάς
καταστερίσθηκε κι Ωρίων σαν έσμειξε με την Ηώς
όταν ο Ιππόλυτος πιστός,αθάνατος παρέμενε θνητός

🌍°°°ΣΣ°°°🌍
Σοφία Σίβυλλα 9-8-2017
 Φωτογραφία

" Δυό φεγγάρια "

" Δυό φεγγάρια "

Κύλησε κλεφτά το φεγγάρι στο πλευρό μου
Είπε πώς βρήκε ανοιχτό το παράθυρό μου
Δεν είχε ξαναδεί στον κόσμο τέτοια ομορφιά
Θάθελε λέει ν αγγίξει τ άσπρα μου μαλλιά

Αλητάκι,ομορφόπαιδο αλλά και Παλαμάς
γίνομαι είπε για χάρη σου,αν θες ο φουκαράς
Χρόνια τριγυρνώ,τις ερημιές φεγγοβολώ
Σε μαρτύρησε, όμως το γιασεμί και ζω

Πώς ομόρφυναν οι καστανές σου οι πλεξούδες
Πώς αστράφτουνε τα πράσινα μάτια πούχες
Κι έμεινα στον ουρανό γι αυτά τα σμαραγδένια
Μεθυσμένο να τριγυρνώ για εσέ παραμυθένια

Ξέμεινες χρόνια στα όνειρά μου να σ αγγίζω
Κλέβω ευωδιά του γιασεμιού να σε μυρίζω
Σαν σκύβεις να ποτίσεις τη δική του γλάστρα
Και σ αγγίζουν τ άνθη σαν τ ουρανού τα αστρα

Ο Σεπτέμβρης μαζί μου διάλεξε να παίξει ζάρια
Μα τον νίκησα και μούδειξε τα δικά σου χνάρια
Τον κέρασα σταφύλι ροζακί για να ρεφάρω
Κι έταξα να φέρω και Μοσχάτο απ την Πάρο

Έγειρε κοιμήθηκε στο στήθος μου χωρίς πνοή
Μη με ξυπνήσει ήθελε του Φθινοπώρου η αχλύ
Μ' ανέβηκε στον ουρανό πριν την Ηώς και ξέμεινε
Κι είδα στ ονειρό μου δύο φεγγάρια ότι έγινε

Σοφία Σίβυλλα 🌍°°°ΣΣ°°°🌍1-9-2017
 ΦωτογραφίαΦωτογραφία

" Ο γέρο κιθαρίστας "

" Ο γέρο κιθαρίστας "

Δεν έμαθε ποτέ του να παίζει με νότες μουσική
της κιθάρας τις χορδές γρατζουνούσε η ψυχή
μέρα τη μέρα κέρδιζε έτσι στιγμές και ζούσε
για έναν έρωτα νεανικό που ακόμα τον πονούσε

Ξεστράτιζε απ τη λήθη συχνά,σε δρόμους μπαχαριού
χιλιάδες βήματα μετρούσε στα σοκάκια του νου
διψούσε μα δεν έπινε στάλα νερό για να προφτάσει
μια όαση στην έρημο βαθειά του νου να ξεδιψάσει

Μ' άγρυπνο χέρι ζωγράφιζε διαδρομές με ήχους
γδούποι πετάλων οι μνήμες,έφταναν μ ιλλίγγους
η μαύρη χαίτη της του στέγνωνε τον αψύ ιδρώτα
σαν έφτανε στη πόρτα της κι όλα,όπως πρώτα

Στην παγόδα των ονείρων του μύριζε κανέλλα
απ' τα χείλη που δεν ξεχασε,όταν φωνάζαν έλα
ακουμπούσε χάδια στο ξύλο της κιθάρας π αγαπούσε
ο γέρο κιθαρίστας με το χέρι,που πάνω της μιλούσε

Σοφία Σίβυλλα 🌍°°° ΣΣ°°°🌍 22~9~2017
 Φωτογραφία