Δευτέρα 27 Αυγούστου 2018


       
      « κάργιες »
Κρώζουν οι κάργιες Πατέρα
Πατέρα,πεταρίζουν χαμηλά
Απ' το πρωΐ πέρα δώθε
κι είναι σούρουπο
Απ' την ρεματιά στο κοιμητήριο
και πάλι πίσω
Πέρα δώθε ,η ίδια διαδρομή
Κρώζουν παράξενα
Δεν κυνηγούν,έχουν ξεχαστεί

Άργησαν τα περιστέρια μας•
Χάθηκαν;
Κι είναι όλα ξάστερα
Θα γυρίσουν λες;

Γιατί δεν κυττάς;
Κρώζουν οι κάργιες Πατέρα
κι είν' όλα ξάστερα!
Το φεγγάρι γέμισε πάλι
το κυττώ με το κυάλι
Λούφαξαν οι κόττες νωρίς•
πρώτος πρώτος ο κοκκορής
Ούτε τα βατράχια κρώζουν
Η Τυττώ μου δεν ακούγεται•
κρώζουν οι κάργιες!

Τώρα γιατί μου φωνάζεις
να μην τις κυττώ,
χωρίς να κάνω σταυρό;

Άκου μικρή
Εδώ λεν απ'τα χρόνια τα παλιά,
όταν πετούν οι κάργιες χαμηλά
απ' τη ρέματια,ως τα καντήλια
στα μνήματα
φέρνουν λυπητερά μηνύματα

Ατιμα πουλιά οι κάργιες!

Και φταίνε Πατέρα τα πουλιά
για τα δεινά;

Πόσο δίκιο είχες Πατέρα•
χθες πάλι πετούσαν χαμηλά
απ' το ρέμα,ως τα καντήλια
κι έκρωζαν Πατέρα !
σαν τότε,που έφυγε η γιαγιά
κι έφυγες κι εσύ
ο Άλκης
και δεν ήμουν εκεί
να κάνω σταυρό!

Δεν τις είδες κεί στα μνήματα;
από πάνω σου πετούσαν!

Κι ήλθε μαντάτο•
μαύρο μαντάτο Πατέρα
Και πονέσαμε όλοι πολύ

Άτιμα πουλιά οι κάργιες

Τί λες μικρή;
Δεν φταίνε τα πουλιά•
μόνο,που φέρνουν
μυνήματα πικρά

Σοφία Σίβυλλα🌍°°°ΣΣ°°°🌍27-8-2018/ 25-8-2019

Πέμπτη 23 Αυγούστου 2018

            « Δεν Ξεχνώ »

Μονάχη μου αλυχτάω στα χαλάσματα
καμμένα τα πεύκα σαν φαντάσματα
μου λείπουν οι φίλοι μου απ' το χθες
αστεράκια μου στις φεγγαρονυχτιές

Μου λείπει ο Νίκος,η Μαρία,η Αννιώ
ο μπάρμπα Γιάννης με την Κατερινιώ
πούναι το φως,που αφήναν αναμμένο;
ψάχνω λίγο νερό κι αυτό στερεμμένο

Πώς με περίμεναν και τώρα ερημιά!
πού είναι τα γέλια τους κάθε βραδιά
στην κούνια της πεύκας να τους δω,
να μου φωνάξουν ξανά,νά νά η Τυττώ

Βουβάθηκαν δεν βγαίνουν στην αυλή
να στρώσουν το τραπέζι όλοι μαζί•
έχουν περάσει μέρες,που αλυχτάω
μήπως με θυμηθούν γιατί πονάω!

Πήγα στην κούνια τους,μα δεν υπάρχει
χωρίς τα παιδιά η ζωή,τί νόημα νάχει;
την γιαγιά και τον παππού στον κήπο
να τον φροντίζουν παρέα με τον Νίκο;

Ν' ακούω τα μυστικά των κοριτσιών
πώς χουρχούριζαν,ενώ ήμουν παρόν•
τον Νίκο να σκαρώνει ένα θεατράκι,
για να παίξει ν' ανεβαίνει σε σκαμνάκι

Ξέμεινα μονάχη,άρχισα να φοβάμαι
λάθεψα την πεύκα ίσως,δεν θυμάμαι•
δεν βρέθηκε κανείς να μου απαντήσει
ούτε ο γείτονας για να με κυνηγήσει

Όλα είναι μαύρα κι έχει πέσει μια αχλύ•
τον παππού,την γιαγιά με την ραπτομηχανή,
τον Νίκο,την Μαρία,την Αννιώ με το φουρό!

Πείτε μου,πού να ψάξω να τους βρώ;
Μήπως εδώ στον δικό μου ουρανό;
Βλέπετε Δεν Ξεχνώ !

Σοφία Σίβυλλα🌍°°°ΣΣ°°°🌍23-8-2018













Σάββατο 18 Αυγούστου 2018

  « Σπίθες »
Μια έμπνευση είμαι!
σπίθα ενός κομήτη!
Εσύ με είδες !
Για όσο μας βλέπουν
τριγυρνούμε
κι ας μην υπάρχουμε,
μετά φυγοδικούμε•
Δεν ξέρω για πού;
Αν κάποτε
συναντηθούμε σπίθες
στο σύμπαν
θα σου πω•
Ξέρεις,
οι σπίθες μεταξύ τους
συνομιλούν
Ξέρεις;
τόσες εργατοώρες
στο σύμπαν
δίπλα δίπλα,
τις μονιάζουν!
ακόμα
κι αν είναι εχθροί
Ακόμα
κι αν δεν μιλούν
την ίδια γλώσσα 
Μη ξεχάσω
το πιο σημαντικό!
Μη τυχόν φυγοδικήσω,
να το ξέρεις!
Μόνον μια
έχουν
γλώσσα κοινή
Αυτή της Αγάπης!

Καληνύχτα Σπίθες

Σοφία Σίβυλλα🌍°°°ΣΣ°°°🌍18-8-2018

  

Δευτέρα 13 Αυγούστου 2018

                   « Χίμαιρα »
Μικρό χεράκι απλωμένο στην θαλασσινή
κι ένας αντικατοπτρισμός μου στ' αβαθή|•
απόπειρες αθωότητας να μάθω την ζωή
Του άδειου τοίχου μου γεμίζουν την ψυχή

Γέμιζε η απόχη κοραλλένιους αστερίες
Με τα ιππόκαμπάκια σε θαλασσοϊπασίες
ταξείδευα θαλασσοπόρος δίχως αταξίες•
αρμενάκι σε ρηχά νερά γεμάτος απορίες

Πορφύρες για τον Παππαδιαμάντη μάζευα
Να λάμνει την ασίγαστή του πένα χάζευα
Να με δασκαλεύει•με κοχύλια τον παζάρευα
Μυστικά,αν μου αποκαλυπτε!όλα τα χάριζα

Το γούσουρι του Καρκαβίτσα ορέχτηκα
σαν χίμαιρα να βρυχάται δεν τ' ανέχτηκα
Στα μυριόριζά του παρακλάδια μπλέχτηκα
Θεριό να παλεύω μ' αγριοκέρια βρέθηκα

Λιμάνι μου τα Χρυσαφένια αλώνια της αλός
Δεν βγήκα σ' ωκεανούς να νιώσω ναυαγός
Για τους τυφώνες μου δεν βρέθηκε Θεός
κι έμεινα με την έχιδνα να πλέω ζωντανός

Σοφία Σίβυλλα🌍°°°ΣΣ°°°🌍13-8-2018//5-11-2019
            

Τρίτη 7 Αυγούστου 2018

« ζωή ποδήλατο »

                                      « ζωή ποδήλατο »
                   

Το ποδήλατο της αθωότητας μας οδηγούσε
Χωρίς συρμό η ζωή μας στις ράγες κυλούσε
Δίναμε ώθηση ξυπόλητοι κι ο αέρας φυσούσε
Ρόδες φθαρμένες η ψυχή μας τριζοβολούσε

Ήταν το Καλοκαίρι μας ταξείδι δίχως τέλος
Η Δεισδαιμόνα ήθελα νάμαι κι εσύ Οθέλλος
Μα ήσουν με αγριοπεριστέρες απορροφημένος
έψαχνε μάταια το βλέμμα μου•το θέατρον ο γέλως

Ισορροπούσα στις στραβοτιμονιές ευθυτενής
Σε δυό τροχούς ορθονόμουν με θάρρος,αβαρής
Τον άνεμο έκανα φίλο μου,να αισθάνεσαι ασφαλής
Ξανέμιζε η κόμη στις Ηλιάδες κι ήμουν ευτυχής

Ξεφεύγαμε της ύπαρξης μας μ' ορθοπεταλιές
Πληγώναμε την ύλη μας κυνηγώντας αντοχές•
Ρετσέλι μας κερνούσε η γιαγιά τις Κυριακές•
Μέλισσες νύμφες οι μάνες  μας σε μέρες χαλεπές

Αστεριονίδες μας συνόδευαν προς το Ηραίον
Απλάνευτη εγώ απ' την Ηχώ,πριν το ιωβηλαίο
Ξέσφιξα τα χέρια απ'τους ώμους σου•μοιραίο
Ως κλαίουσα θρηνώ στο σύμπαν έναν νέο

   Σοφία Σίβυλλα🌍°°°ΣΣ°°°🌍7-8-2018